ΑΝΟΜΟΙΟΣΤΑΣΗ_ ΕΝΑΣ ΕΚΚΟΛΑΠΤΟΜΕΝΟΣ ΚΑΝΙΒΑΛΟΣ
Σιχαίνομαι τη μύτη μου γιατί με καθιστά ικανή να αναπνέω. Σιχαίνομαι τα μάτια μου γιατί με καθιστούν ικανή να με βλέπω. Σιχαίνομαι τα δόντια μου γιατί από πολύ νωρίς με έμαθαν να αντέχω τον πόνο. Μου δίδαξαν αυτή τη βαθιά ανάσα και το επώδυνο γεμάτο θάρρος αλλά σιωπηλό "τώρα" που λες στον εαυτό σου πριν πάρεις απόφαση να κάνεις κάτι μεγάλο.
Σιχαίνομαι τη φωνή μου. Η αηδία που με κατακλύζει όταν ακούω τη φωνή μου ξεπερνάει τα όρια οποιασδήποτε μονάδας μέτρησης που έχει θεσπίσει ο άνθρωπος. Ασφυκτιώ απέναντι στις σκέψεις μου. Μου λένε τι πρέπει να κάνω και τι όχι. Όταν είμαι ανυπάκουη η τιμωρία είναι σκληρή.
Κάποιες φορές νομίζω ότι τα κομμάτια μου αντιλαμβάνονται το βαθμό του μίσους που τρέφω γι' αυτά και με εκδικούνται. Με εκδικείται το στομάχι μου. Με εκδικείται το κεφάλι μου. Με εκδικούνται τα πνευμόνια μου. Με εκδικούνται οι παλμοί μου. Με βασανίζει ο οισοφάγος μου σαν να είμαι ο χειρότερος εχθρός του. Και αυτό με θυμώνει ακόμα περισσότερο και με τρομάζει παράλληλα γιατί ξέρω ότι μπορούν να με εγκαταλείψουν οριστικά ανά πάσα στιγμή.
Καμιά φορά τρώω τα νύχια μου με τόση μανία που θα μπορούσα να φάω ολόκληρο το δάχτυλο. Το χέρι. Και τον καρπό. Το μπράτσο. Εμένα ολόκληρη. Θα ήταν υπέροχα αν μπορούσα να με φάω ολόκληρη. Θα είχα ένα κατόρθωμα για να καυχιέμαι και αυτό ίσως με έκανε σαν όλους τους άλλους.
Σιχαίνομαι εμένα που με μεγάλωσα, που με πρόσεχα, που με προστάτευσα, που με υπερασπίστηκα. Σιχαίνομαι οτιδήποτε είναι δικό μου, επειδή είμαι δικό μου. Μισώ ότι έχω ακουμπήσει, γιατί το έχω ακουμπήσει. Απεχθάνομαι οτιδήποτε τρώω, γιατί εγώ το έφαγα. Υποβαθμίζω οτιδήποτε θέλω, επειδή το θέλω. Με αηδιάζει αυτό που είμαι, γιατί είμαι εγώ.
十
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου