ΑΝΟΜΟΙΟΣΤΑΣΗ_ 02


"4st 7, an epilogue of youth. Such beautiful dignity in self abuse. I've finally come to understand life. Through staring blankly at my navel."
Richey James Edwards

Το καταλαβαίνεις ότι δεν μπορούμε να κάνουμε το πιο απλό πράγμα; Αυτό που κάνουν όλοι; Το κάνουν όλοι οι οργανισμοί; Όλα τα ζώα; Όλα χωρίς εξαίρεση. Το κάνουν τα βρέφη. Δεν μπορώ να το κάνω. Αυτή η πραγματικότητα με βγάζει εκτός εαυτού. Μπορείς να καταλάβεις; Είναι κάτι πολύ παραπάνω. Με ξεπερνάει. Ξεπερνάει τις τύψεις, τις ενοχές. Δεν αμφιβάλλω. Είναι παραπάνω από μια σκέψη. Είναι χτύπημα. Στο εσωτερικό. Μη με καταλάβεις. Σε παρακαλώ μην το κάνεις. Δεν θέλω. Δεν πρέπει. Θέλω τόσο πολύ να με καταλάβεις. Όμως σε ικετεύω, μην το κάνεις. Μην με καταλάβεις. Είναι φριχτό. Δεν θέλω. Δεν σας θέλω. Δεν ζητάω τίποτα από εσάς. Μόνο κακό σας κάνω.

Θέλω να ξεφορτωθώ αυτά που με προσδιορίζουν. Αυτά που συνηθίζω και να πιστέψω σε κάτι άλλο. Να γίνω κάτι άλλο για λίγο. Μόνο για τόσο δα. Για όσο διήρκησε. Θα το διακόψω πριν νιώσω ότι ολοκληρώθηκε και εκείνη τη στιγμή θα γίνω κάτι άλλο. Ίσως αυτό που ήμουν πριν και θα νιώσω κάτι ανολοκλήρωτο. Μια αταξία που θα με κάνει για λίγο να νιώθω ικανή να νιώσω. Και όλα αυτά για τα οποία ντρέπομαι τώρα έχουν νόημα και δεν ντρέπομαι, είναι δεδομένα και είμαι περήφανη. Νιώθω, νιώθω αληθινά. Δεν με προσδιορίζει τίποτα και μπορώ να είμαι όποια θέλω. Όποιος θέλω. Να έχω όποιο όνομα θέλω και να κάνω ό,τι θέλω. Δεν ανήκω σε κανέναν και σε τίποτα. Ανήκω στην ανυπαρξία και δεν έχω τίποτα. Όλα μπορώ να τα δω σαν καινούργια. Μπορώ να κάνω κάτι καινούργιο και δεν θα βλέπω τα ρολόγια γιατί η ώρα δεν έχει απολύτως καμία σημασία. Θα κάνω πως είμαστε δυο συγκάτοικοι και ας άπλωνες τα χέρια σου. Και ας αρνούμαι να το παραδεχτώ. Γιατί ο ρόλος σου με τρομάζει. Και ας μην σε φωνάζω με τον τίτλο σου στο μυαλό μου είσαι αυτός που είσαι. Όχι πια, όχι αυτή τη στιγμή. Είμαστε συγκάτοικοι. Μόνο συγκάτοικοι με ένα παράλογο παρελθόν. Το παρελθόν όμως δεν έχει καμία σημασία. Απολύτως καμία. Όχι για μένα. Όχι τώρα. Θα κάνω αυτά που θέλω...

Δεν το πιστεύω ότι έφυγες. Πως το έκανες; Δεν υπάρχεις πια. Ξέρεις πως είναι να σκάει το κεφάλι σου; Να σε πιέζει το κρανίο σου; Το εσωτερικό δεν μιλάει, αισθάνομαι ότι θα σκάσει. Σαν να μην χωράει στο χώρο που του ανήκει και γι' αυτό να κυλάει από τα μάτια. Τρέχουν τα μάτια μου και η μύτη μου και το στόμα. Κυλάνε τα κομμάτια μου προς τα κάτω, σε όλο το σώμα. Σχίζεται το δέρμα. Τώρα αναπνέω από τα χέρια. Και από τα πλευρά. Πρέπει να ανοίξουν τρύπες για να αναπνεύσω γιατί πρέπει να πάρω αέρα. Θέλω να ξεγελάσω τη φύση, κουράστηκα να αναπνέω από τη μύτη ή από το στόμα. Και να σηκωθώ θέλω να βρω ποια ώρα δεν έχω φύγει, δεν έχω ξεκινήσει από το σπίτι και να το κάνω και να φύγω. Και την στιγμή που θα είμαι έτοιμη ντυμένη για να φύγω να ανοίξω την πόρτα και να την κλείσω και να μην πάω πουθενά. Για να ξαφνιάσω ακόμα και εμένα. Να κάνω κάτι που δεν περίμενα να κάνω. Θέλω να με σπρώξω εκεί που δεν το περιμένω. Να φάω μακαρόνια και να μου αρέσουν, σοκολάτες με ξηρούς καρπούς και όταν τα βγάλω από μέσα μου από την αηδία, θα βγάλω το κομμάτι της συνήθειας την ώρα που θα ξυρίζω το κεφάλι μου και θα σε σκέφτομαι. Γιατί δεν το βαφτίζω τρέλα, ούτε παράνοια, γιατί μπορώ να το κάνω. Δεν καταφέρνω τίποτα με το να με μελανιάζω με τα λεγόμενα των άλλων. Των άλλων που ούτε καν συμπαθώ. Τα καταφέρνω και μόνη μου.

Έχεις νιώσει ποτέ αυτό το λεπτό την ώρα που ξυπνάς και δεν ξέρεις ποιος είσαι, τι έκανες χθες και τι έχεις να κάνεις σήμερα; Όχι την τρέλα, ούτε τον φόβο, τον πανικό, αυτό το μικρό απόλυτο ανέμελο κενό;

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις